Soupçonnent στα ελληνικά
Μετάφραση: soupçonnent, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
υποπτεύομαι, ύποπτος, ύποπτο, υπόπτου, ύποπτα, ύποπτων
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- bégaiement στα ελληνικά - ψελλίζω, τραυλίζω, τραύλισμα, τραυλισμού, stuttering, τραυλισμός, τραυλισμό
- chamanisme στα ελληνικά - Σαμανισμός, Σαμανισμό, Shamanism, Σαμανισμού, με Σαμανισμός
- cocher στα ελληνικά - μαστίζω, σταματώ, οδηγός, νικώ, μαστιγώνω, καρέ, ανακόπτω, ...
Τυχαίες λέξεις
Soupçonnent στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: υποπτεύομαι, ύποπτος, ύποπτο, υπόπτου, ύποπτα, ύποπτων
Μεταφράσεις: υποπτεύομαι, ύποπτος, ύποπτο, υπόπτου, ύποπτα, ύποπτων