Trou στα ελληνικά
Μετάφραση: trou, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τρήμα, πλήττω, κοίλος, βαθουλωμένος, κούφιος, ορυχείο, κενό, υποδοχή, υπόκωφος, σχισμή, στόμιο, διαρρέω, πρίζα, κουνελοφωλιά, σκάβω, οπή, τρύπα, οπής, οπών, τρύπας
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- adorons στα ελληνικά - αγάπη, αγαπώ, αγαπούν, αγαπάτε, την αγάπη
- amincie στα ελληνικά - αραίωσε, αραίωση, αραιωμένο, αραιώσει, αραιώνονται
- armant στα ελληνικά - οπλισμού, οπλισμό, όπλιση, οπλισμός, όπλισης
- carbonisez στα ελληνικά - ανθρακοποιώ, απανθρακώνω
Τυχαίες λέξεις
Trou στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: τρήμα, πλήττω, κοίλος, βαθουλωμένος, κούφιος, ορυχείο, κενό, υποδοχή, υπόκωφος, σχισμή, στόμιο, διαρρέω, πρίζα, κουνελοφωλιά, σκάβω, οπή, τρύπα, οπής, οπών, τρύπας
Μεταφράσεις: τρήμα, πλήττω, κοίλος, βαθουλωμένος, κούφιος, ορυχείο, κενό, υποδοχή, υπόκωφος, σχισμή, στόμιο, διαρρέω, πρίζα, κουνελοφωλιά, σκάβω, οπή, τρύπα, οπής, οπών, τρύπας