Unanimement στα ελληνικά
Μετάφραση: unanimement, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ομόφωνα, παμψηφεί, ομοφωνία, ομοφώνως, με ομοφωνία
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- allure στα ελληνικά - σχέση, μέτρο, παρουσίαση, βηματίζω, δράση, έδρανο, ρυθμός, ...
- artériel στα ελληνικά - αρτηριακός, αρτηριακή, αρτηριακού, αρτηριακό, αρτηριακών
- bordel στα ελληνικά - πορνείο, whorehouse, οίκο ανοχής, οίκου ανοχής που, οίκου ανοχής
Τυχαίες λέξεις
Unanimement στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ομόφωνα, παμψηφεί, ομοφωνία, ομοφώνως, με ομοφωνία
Μεταφράσεις: ομόφωνα, παμψηφεί, ομοφωνία, ομοφώνως, με ομοφωνία