Anlaufen στα ελληνικά
Μετάφραση: anlaufen, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ορθώνομαι, ανατέλλω, αυξάνομαι, αύξηση, αρχή, εκκίνηση, ξεκίνημα, έναρξη, έναρξης
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- anlasser στα ελληνικά - ορεκτικό, αφέτης, μίζα, Starter, μίζας, εκκινητή, της μίζας
- anlauf στα ελληνικά - αρχή, εκκίνηση, ξεκίνημα, έναρξη, έναρξης
- anlegen στα ελληνικά - προσγειώνομαι, βάζω, προσγείωση, προσγειώνω, δημιουργώ, αιτούμαι, εφαρμόζω, ...
- anlegeplatz στα ελληνικά - κουκέτα, αγκυροβόλιο, ελλιμενισμένα, θέση αγκυροβολίας, θέση ελλιμενισμού
Τυχαίες λέξεις
Anlaufen στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ορθώνομαι, ανατέλλω, αυξάνομαι, αύξηση, αρχή, εκκίνηση, ξεκίνημα, έναρξη, έναρξης
Μεταφράσεις: ορθώνομαι, ανατέλλω, αυξάνομαι, αύξηση, αρχή, εκκίνηση, ξεκίνημα, έναρξη, έναρξης