Ausbeutung στα ελληνικά
Μετάφραση: ausbeutung, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ανάπτυξη, εξέλιξη, εκμετάλλευση, εκμετάλλευσης, αξιοποίηση, την εκμετάλλευση, αξιοποίησης
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- ausbeute στα ελληνικά - παραγωγή, κακομαθαίνω, παραχαϊδεύω, χαλώ, σοδειά, απόδοση, απόδοσης, ...
- ausbeuter στα ελληνικά - εκμεταλευτής, εκμεταλλευτή, εκμεταλλευτής, εκμεταλλευτές, του εκμεταλλευτή
- ausbeutungsbetrieb στα ελληνικά - λειτουργία, λειτουργίας, τη λειτουργία, πράξη, επιχείρηση
- ausbeutungsbetriebe στα ελληνικά - εγκαταστάσεις, φυτά, φυτών, μονάδες, τα φυτά
Τυχαίες λέξεις
Ausbeutung στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ανάπτυξη, εξέλιξη, εκμετάλλευση, εκμετάλλευσης, αξιοποίηση, την εκμετάλλευση, αξιοποίησης
Μεταφράσεις: ανάπτυξη, εξέλιξη, εκμετάλλευση, εκμετάλλευσης, αξιοποίηση, την εκμετάλλευση, αξιοποίησης