Ausfahren στα ελληνικά

Μετάφραση: ausfahren, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
χαμηλώνω, ταπεινώνω, επεκτείνουν, εκτείνονται, επεκτείνει, παρατείνει, επεκταθεί
Ausfahren στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • auserwählen στα ελληνικά - Ανάβαση, Ascend, Ανηφορίζετε, ανέβει, Ανεβείτε
  • auserwählt στα ελληνικά - εκλέγω, επιλέξτε, επιλέξετε, επιλογή, να επιλέξετε, επιλέξει
  • ausfahrt στα ελληνικά - έξοδος, πύλη, εξόδου, έξοδο, την έξοδο, έξοδο του
  • ausfahrten στα ελληνικά - εξόδους, έξοδοι, εξόδων, εξέρχεται, τις εξόδους
Τυχαίες λέξεις
Ausfahren στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: χαμηλώνω, ταπεινώνω, επεκτείνουν, εκτείνονται, επεκτείνει, παρατείνει, επεκταθεί