Ausfegend στα ελληνικά
Μετάφραση: ausfegend, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σαρωτικός
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- ausfederung στα ελληνικά - αναπήδηση, ριμπάουντ, ανακάμψει, ανάκαμψη, ανακάμψουν
- ausfegen στα ελληνικά - κάνει, κάνουν, κάνετε, κάνω, κάνουμε
- ausfertigung στα ελληνικά - αντίγραφο, αντίτυπο, αντιγράφου, αντιγραφής, αντιγραφή
Τυχαίες λέξεις
Ausfegend στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σαρωτικός
Μεταφράσεις: σαρωτικός