Ausschabung στα ελληνικά
Μετάφραση: ausschabung, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
φθορά, αμυχή, απόξεση, τριβή, curettage, αποξέσεων, η απόξεση, απόξεσης
Μεταφράσεις
- aussagend στα ελληνικά - Καταθέτοντας, Ενδεικτική, πιστοποιεί, να πιστοποιεί, Όπως μαρτυρούν
- ausschalten στα ελληνικά - απενεργοποιώ, αχρηστεύω, αποκλείω, εξαλείφω, απενεργοποιήσετε, απενεργοποιήστε, απενεργοποίηση, ...
- ausschaltung στα ελληνικά - εξάλειψη, αποβολή, κατάργηση, εξάλειψης, εξάλειψης της
Τυχαίες λέξεις
Ausschabung στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: φθορά, αμυχή, απόξεση, τριβή, curettage, αποξέσεων, η απόξεση, απόξεσης
Μεταφράσεις: φθορά, αμυχή, απόξεση, τριβή, curettage, αποξέσεων, η απόξεση, απόξεσης