Belegt στα ελληνικά

Μετάφραση: belegt, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
απασχολημένος, κρατημένος, επιφυλακτικός, κατειλημμένος, καταλαμβάνεται, κατεχόμενα, κατέλαβαν, κατεχόμενη
Belegt στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • belegstelle στα ελληνικά - παράθεση, χωρίο, κουπόνι, ολίσθησης, ολίσθηση, δελτίο, slip
  • belegstellen στα ελληνικά - Slip, γλιστρήσει, με ολίσθηση, γλιστρούν
  • belegung στα ελληνικά - διάταξη, κατάληψη, διευθέτηση, καταμερισμός, επάγγελμα, κατοχή, κατανομή, ...
Τυχαίες λέξεις
Belegt στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: απασχολημένος, κρατημένος, επιφυλακτικός, κατειλημμένος, καταλαμβάνεται, κατεχόμενα, κατέλαβαν, κατεχόμενη