Bildhauerei στα ελληνικά
Μετάφραση: bildhauerei, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
γλυπτό, γλυπτική, άγαλμα, γλυπτικής, γλυπτά, γλυπτών
Μεταφράσεις
- bildhaften στα ελληνικά - παραστατικός, εικονογραφικός, εικονογραφική, εικονογραφικό, εικονογραφημένη, εικαστική
- bildhauer στα ελληνικά - γλύπτης, λαξευτής, γλύπτη, γλύπτρια, του γλύπτη, γλύπτριας
- bildhauerin στα ελληνικά - γλύπτρια, γλύπτριας, της γλύπτριας
- bildhauerinnen στα ελληνικά - γλύπτη, γλύπτες
Τυχαίες λέξεις
Bildhauerei στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: γλυπτό, γλυπτική, άγαλμα, γλυπτικής, γλυπτά, γλυπτών
Μεταφράσεις: γλυπτό, γλυπτική, άγαλμα, γλυπτικής, γλυπτά, γλυπτών