Blinzeln στα ελληνικά

Μετάφραση: blinzeln, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αναβοσβήνω, αναβοσβήνει, αναβοσβήνουν, αναβοσβήσει, να αναβοσβήνει, αρχίσει να αναβοσβήνει
Blinzeln στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • blinken στα ελληνικά - σπιθίζω, αναβοσβήνω, αστραφτερός, αφρώδης, λάμψη, αναλαμπή, φλας, ...
  • blinkend στα ελληνικά - αναβοσβήνω, Αναβοσβήνει, να αναβοσβήνει, που αναβοσβήνει, Αναβοσβήνει με, αναβοσβήνουν
  • blitz στα ελληνικά - φλας, αναλαμπή, αστραπές, αφηνιάζω, αστραπή, κεραυνούς, κεραυνό, ...
  • blitzableiter στα ελληνικά - αλεξικέραυνο, αλεξικεραυνο, αλεξικέραυνου, ράβδο φωτισμού, ράβδος αλεξικέραυνου
Τυχαίες λέξεις
Blinzeln στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αναβοσβήνω, αναβοσβήνει, αναβοσβήνουν, αναβοσβήσει, να αναβοσβήνει, αρχίσει να αναβοσβήνει