Dauer στα ελληνικά

Μετάφραση: dauer, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
συνέχεια, μήκος, διάρκεια, διάρκειας, τη διάρκεια, διάρκειά, η διάρκεια
Dauer στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • datumszeile στα ελληνικά - Dateline
  • datumszeilen στα ελληνικά - ημερομηνία, ημερομηνίας, την ημερομηνία, σήμερα, ημερομηνία που
  • dauerfrost στα ελληνικά - μόνιμο στρώμα του πάγου, μονίμως παγωμένες εκτάσεις, αενάως παγωμένων εδαφών, μονίμως παγωμένα εδάφη, μονίμως παγωμένων περιοχών
  • dauerhaft στα ελληνικά - μόνιμος, παντοτινός, στάβλος, μόνιμα, δυνατός, αιώνιος, διαρκείας, ...
Τυχαίες λέξεις
Dauer στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: συνέχεια, μήκος, διάρκεια, διάρκειας, τη διάρκεια, διάρκειά, η διάρκεια