Depot στα ελληνικά
Μετάφραση: depot, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ξεφορτώνομαι, αποθηκεύω, αποθήκευση, επαναθέτω, προσχώνω, ίζημα, μαγαζί, ταμείο, πετώ, ρίχνω, βάζω, αποθήκη, σταθμός, αποθήκης, τόπο, αποθέματος
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- deportierte στα ελληνικά - απελαθεί, απελάθηκαν, απελαθούν, απελάθηκε, απέλασαν
- depositen στα ελληνικά - καταθέσεις, καταθέσεων, οι καταθέσεις, τις καταθέσεις, των καταθέσεων
- depp στα ελληνικά - χαζός, βλάκας, κοροϊδεύω, Depp, Ντεπ, Το Depp, Ο Ντεπ
- deppert στα ελληνικά - ναρκωμένος, ηλίθιος, ανόητων, Ντοπάρεται
Τυχαίες λέξεις
Depot στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ξεφορτώνομαι, αποθηκεύω, αποθήκευση, επαναθέτω, προσχώνω, ίζημα, μαγαζί, ταμείο, πετώ, ρίχνω, βάζω, αποθήκη, σταθμός, αποθήκης, τόπο, αποθέματος
Μεταφράσεις: ξεφορτώνομαι, αποθηκεύω, αποθήκευση, επαναθέτω, προσχώνω, ίζημα, μαγαζί, ταμείο, πετώ, ρίχνω, βάζω, αποθήκη, σταθμός, αποθήκης, τόπο, αποθέματος