Durchsicht στα ελληνικά

Μετάφραση: durchsicht, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τροποποίηση, διεργασία, μεταβολή, εξέταση, εξέτασης, την εξέταση, εξετάσεως, εξετάσεις
Durchsicht στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • anzahl στα ελληνικά - αριθμός, μετρώ, κόμης, αριθμό, αριθμού, τον αριθμό, σειρά
  • befriedigung στα ελληνικά - ικανοποίηση, αρέσκεια, την ικανοποίηση, την ικανοποίησή, ικανοποίηση των, ικανοποίηση του
  • bügeln στα ελληνικά - σιδερώνω, σιδερένιος, σίδερο, σίδηρος, σιδήρου, σίδηρο, του σιδήρου
Τυχαίες λέξεις
Durchsicht στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: τροποποίηση, διεργασία, μεταβολή, εξέταση, εξέτασης, την εξέταση, εξετάσεως, εξετάσεις