Eigentum στα ελληνικά
Μετάφραση: eigentum, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σπίτι, ακίνητο, περιουσία, ιδιοκτησία, κτήμα, υπάρχοντα, ιδιότητα, ιδιοκτησίας
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- betrübende στα ελληνικά - οδυνηρές, οδυνηρή, οδυνηρά, οδυνηρό, θλιβερή
- beweisbarkeit στα ελληνικά - αποδειξιμότητα, την αποδειξιμότητα, η αποδειξιμότητα
- brasilianisch στα ελληνικά - βραζιλιανός, Βραζιλίας, της Βραζιλίας, βραζιλιάνικη, Βραζιλιάνος
- destillation στα ελληνικά - απόσταξη, απόσταξης, αποστάξεως, την απόσταξη, η απόσταξη
Τυχαίες λέξεις
Eigentum στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σπίτι, ακίνητο, περιουσία, ιδιοκτησία, κτήμα, υπάρχοντα, ιδιότητα, ιδιοκτησίας
Μεταφράσεις: σπίτι, ακίνητο, περιουσία, ιδιοκτησία, κτήμα, υπάρχοντα, ιδιότητα, ιδιοκτησίας