Energie στα ελληνικά

Μετάφραση: energie, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κύρος, δύναμη, εξουσία, δυνάμεις, ενέργεια, ενέργειας, ενεργειακής, ενεργειακή, της ενέργειας
Energie στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • abschüssige στα ελληνικά - κατηφορικός, κατηφόρα, κατάβαση, κατάβασης, κατωφέρεια
  • adressen στα ελληνικά - διευθύνσεις, τις διευθύνσεις, διευθύνσεων, διεύθυνση, οι διευθύνσεις
  • antenne στα ελληνικά - κεραία, κεραίας, της κεραίας, κεραιών, την κεραία
  • autorität στα ελληνικά - εξουσία, κύρος, αυθεντία, αρχή, αρχής, αρχές, αρχή που
Τυχαίες λέξεις
Energie στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κύρος, δύναμη, εξουσία, δυνάμεις, ενέργεια, ενέργειας, ενεργειακής, ενεργειακή, της ενέργειας