Entfärben στα ελληνικά

Μετάφραση: entfärben, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
λευκαντικό, χλωρίνη, αποχρωματισμό, αποχρωματίζει, τον αποχρωματισμό, αποχρωματίσουν, αποχρωματίζουν
Entfärben στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • anklebend στα ελληνικά - οπαδός, προσκολλημένα, προσκολλητικά, προσκολλημένη, προσφυόμενων
  • atomreaktor στα ελληνικά - στοιβάδα, στοίβα, στοιβάζω, σωρός, πυρηνικός αντιδραστήρας, πυρηνικό αντιδραστήρα, πυρηνικού αντιδραστήρα, ...
  • auster στα ελληνικά - στρείδι, στρειδιών, στρείδια, στρειδιού, το στρείδι
  • die στα ελληνικά - πίστα, ίχνη, ράτσα, βακτηρίδια, μονοπάτι, μπαλάντα, ο, ...
Τυχαίες λέξεις
Entfärben στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: λευκαντικό, χλωρίνη, αποχρωματισμό, αποχρωματίζει, τον αποχρωματισμό, αποχρωματίσουν, αποχρωματίζουν