Erhitzte στα ελληνικά
Μετάφραση: erhitzte, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σφοδρός, βίαιος, θερμός, θερμαίνεται, θερμαινόμενη, θερμαινόμενο, θερμαίνονται
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- ausnahme στα ελληνικά - εξαίρεση, εκτός, εξαιρουμένων, πλην, εξαίρεσης
- bildliche στα ελληνικά - εικονογραφικός, εικονογραφική, εικονογραφικό, εικονογραφημένη, εικαστική
- buschwerk στα ελληνικά - θάμνους, θάμνοι, θάμνων, οι θάμνοι, δακτυλίων
- denkmal στα ελληνικά - μνημείο, μνημόσυνο, μνημείου, μνημείων, μνημείο που
Τυχαίες λέξεις
Erhitzte στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σφοδρός, βίαιος, θερμός, θερμαίνεται, θερμαινόμενη, θερμαινόμενο, θερμαίνονται
Μεταφράσεις: σφοδρός, βίαιος, θερμός, θερμαίνεται, θερμαινόμενη, θερμαινόμενο, θερμαίνονται