Βίαιος στα γερμανικά
Μετάφραση: βίαιος, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
beheizt, ungestüm, heftig, gewaltsam, erhitzte, gewalttätig, brutal
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: βίαιος
βίαιος σταυροφόρος, βίαιοσ θάνατοσ 17χρονησ από βαφή μαλλιών, βίαιος άντρας, βίαιος διδάσκαλος ο πόλεμος, βίαιος σύντροφος, βίαιος λεξικό γλώσσας γερμανικά, βίαιος στα γερμανικά
Μεταφράσεις
- βήχω στα γερμανικά - husten, Husten, Hustens
- βία στα γερμανικά - stecken, wirkung, heftigkeit, ungestüm, belegschaft, zwingen, macht, ...
- βίδα στα γερμανικά - gefangenenwärter, nummer, bulle, schraube, polizist, schummeln, schrauben, ...
- βίζα στα γερμανικά - visum, sichtvermerk, Visum, visa, Visums
Τυχαίες λέξεις
Βίαιος στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: beheizt, ungestüm, heftig, gewaltsam, erhitzte, gewalttätig, brutal
Μεταφράσεις: beheizt, ungestüm, heftig, gewaltsam, erhitzte, gewalttätig, brutal