Gestalten στα ελληνικά
Μετάφραση: gestalten, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σχήμα, οικοδομώ, διαμορφώνω, σχηματίζω, μορφώνω, χτίζω, κατασκευάζω, μόδα, μόδας, τρόπο, της μόδας, τη μόδα
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- abgewählte στα ελληνικά - μη επιλεγμένο, μη επιλεγμένων, μη επιλεγμένα, μη επιλεγμένους, μη επιλεγμένες
- ableseergebnis στα ελληνικά - διάβασμα, μετρητής, ανάγνωσης μετρητών, ένδειξης του μετρητή, ανάγνωση μετρητών, ένδειξη του μετρητή
- acrylsauer στα ελληνικά - ακρυλικό, ακρυλικού, ακρυλικά, ακρυλική, ακρυλικές
- angenommene στα ελληνικά - υιοθέτησε, που εγκρίθηκε, εγκρίθηκε, ενέκρινε, εξέδωσε
Τυχαίες λέξεις
Gestalten στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σχήμα, οικοδομώ, διαμορφώνω, σχηματίζω, μορφώνω, χτίζω, κατασκευάζω, μόδα, μόδας, τρόπο, της μόδας, τη μόδα
Μεταφράσεις: σχήμα, οικοδομώ, διαμορφώνω, σχηματίζω, μορφώνω, χτίζω, κατασκευάζω, μόδα, μόδας, τρόπο, της μόδας, τη μόδα