Gleichartigkeit στα ελληνικά
Μετάφραση: gleichartigkeit, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ομοιότητα, ομοιομορφία, ομοιομορφίας, ομοιογένεια, την ομοιομορφία, η ομοιομορφία
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- ablesung στα ελληνικά - διάβασμα, κύκλος, κύκλο, κύκλου, τον κύκλο, κύκλο που
- amtsdiener στα ελληνικά - υπάλληλος, υπηρέτης, υπάλληλο, υπηρέτη, δούλος
Τυχαίες λέξεις
Gleichartigkeit στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ομοιότητα, ομοιομορφία, ομοιομορφίας, ομοιογένεια, την ομοιομορφία, η ομοιομορφία
Μεταφράσεις: ομοιότητα, ομοιομορφία, ομοιομορφίας, ομοιογένεια, την ομοιομορφία, η ομοιομορφία