Global στα ελληνικά

Μετάφραση: global, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
υφήλιος, κόσμος, παγκόσμιος, παγκοσμίως, σε παγκόσμιο επίπεδο, παγκόσμιο επίπεδο, σε παγκόσμιο, παγκόσμιο
Global στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • abschreiber στα ελληνικά - αντιγραφέας, Copier, φωτοαντιγραφικό, αντιγραφικό, φωτοαντιγραφική συσκευή
  • abwickelnd στα ελληνικά - Χαλάρωση, Ξετυλίγοντας, Ρευστοποίηση, Ξετύλιγμα, ξετυλίγματος
  • busenfrei στα ελληνικά - τόπλες, γυμνόστηθη, topless
  • bühne στα ελληνικά - στάδιο, τοπίο, σκηνή, σκηνοθετώ, φάση, κούτσουρο, σταδίου, ...
Τυχαίες λέξεις
Global στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: υφήλιος, κόσμος, παγκόσμιος, παγκοσμίως, σε παγκόσμιο επίπεδο, παγκόσμιο επίπεδο, σε παγκόσμιο, παγκόσμιο