Grauen στα ελληνικά
Μετάφραση: grauen, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
φρίκη, γκρί, γκρίζος, γκρι, γκρίζα, γκρίζο
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- aufgeweitet στα ελληνικά - επεκτάθηκε, επεκταθεί, διευρυμένη, επεκτάθηκαν, επέκτεινε
- autographierte στα ελληνικά - αυτόγραφα, autographed, υπογραμμένα, τα υπογραμμένα, υπογραμμένων
- besteigungen στα ελληνικά - αναβάσεις, ανηφόρες, αναβάσεων, ανάβαση, αναρριχήσεις
- bombardieren στα ελληνικά - βόμβα, βόμβας, βομβών, βομβιστική, βομβιστικές
Τυχαίες λέξεις
Grauen στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: φρίκη, γκρί, γκρίζος, γκρι, γκρίζα, γκρίζο
Μεταφράσεις: φρίκη, γκρί, γκρίζος, γκρι, γκρίζα, γκρίζο