Gutshof στα ελληνικά

Μετάφραση: gutshof, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
περιουσία, κτήμα, ακινήτων, ακινήτων στη, περιουσίας
Gutshof στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • assessoren στα ελληνικά - αξιολογητές, αξιολογητών, εκτιμητές, των αξιολογητών, εκτιμητών
  • bankiers στα ελληνικά - τραπεζίτες, Οι τραπεζίτες, Bankers, τους τραπεζίτες, Τραπεζιτών
  • biegend στα ελληνικά - κάμψη, κάμψης, κάμψεως, την κάμψη, λύγισμα
Τυχαίες λέξεις
Gutshof στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: περιουσία, κτήμα, ακινήτων, ακινήτων στη, περιουσίας