Herstellung στα ελληνικά

Μετάφραση: herstellung, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
φτιάχνω, ίδρυση, παραγωγή, δημιουργία, συνέλευση, ομήγυρη, κατασκευάζω, κάνω, εξαναγκάζω, παραγωγής, την παραγωγή, της παραγωγής, η παραγωγή
Herstellung στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • angefressen στα ελληνικά - χωρίς κουκούτσι, κουκούτσι, κοιλαίνουν, κοίλανε, εκπυρηνωμένες
  • brennkapsel στα ελληνικά - φλεγόμενη κάψουλα
  • dahinter στα ελληνικά - πόστο, δοκάρι, ταχυδρομώ, πίσω, πίσω από, όπισθεν
  • demobilisierend στα ελληνικά - αποστράτευση, αποστράτευσης
Τυχαίες λέξεις
Herstellung στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: φτιάχνω, ίδρυση, παραγωγή, δημιουργία, συνέλευση, ομήγυρη, κατασκευάζω, κάνω, εξαναγκάζω, παραγωγής, την παραγωγή, της παραγωγής, η παραγωγή