Hohl στα ελληνικά
Μετάφραση: hohl, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κοίλος, βαθουλωμένος, υπόκωφος, κούφιος, κοιλότητα, κοίλο, κοίλου, κούφια
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- atmungen στα ελληνικά - respirations, αναπνοών, αναπνοές
- austragungsort στα ελληνικά - τόπος συναντήσεως, χώρο, χώρος, τόπο, σήμερα η έδρα
- bruchstein στα ελληνικά - χαλάσματα, μπάζα, θραύση, σπάσιμο, θραύσης, ρήξη, θραύσεως
- dumpingverbotsgesetz στα ελληνικά - νομοθεσία, δίκαιο, δικαίου, νόμου, νόμο
Τυχαίες λέξεις
Hohl στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κοίλος, βαθουλωμένος, υπόκωφος, κούφιος, κοιλότητα, κοίλο, κοίλου, κούφια
Μεταφράσεις: κοίλος, βαθουλωμένος, υπόκωφος, κούφιος, κοιλότητα, κοίλο, κοίλου, κούφια