Ineinandergreifen στα ελληνικά

Μετάφραση: ineinandergreifen, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
δίχτυ, ζεύξη, πλέγμα, ματιών, mesh, πλέγματος, των ματιών
Ineinandergreifen στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • abrichtlineal στα ελληνικά - ρίγας, χάρακα, straightedge, straightedge για, κανόνα οριζοντίωσης
  • audiokassette στα ελληνικά - κασέτα, ταινία κασετών, ταινία κασέτας, κασέτα ταινίας, κασέτα μαγνητοφώνου
  • ausgesaugt στα ελληνικά - αναρροφάται, αναρροφείται, πιπιλίσουν, αναρροφηθεί, αναρροφούνται
  • daumennägel στα ελληνικά - πρόκες, πινέζες, πλεύσεις, καρφιά, ακίδες
Τυχαίες λέξεις
Ineinandergreifen στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: δίχτυ, ζεύξη, πλέγμα, ματιών, mesh, πλέγματος, των ματιών