Isolieren στα ελληνικά

Μετάφραση: isolieren, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ιδιαίτερος, ξεχωριστός, μερίδιο, χωρίζω, διαιρώ, χωριστός, διχάζω, απομονώσουμε, απομονώσει, απομονώσουν, απομονώνουν, απομονώνει
Isolieren στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • abgeirrt στα ελληνικά - απομακρυνθεί, πλανήθηκαν, απομακρύνθηκε, αστειευτώ, ξεφύγει
  • automatisierung στα ελληνικά - αυτοματοποίηση, αυτοματισμός, αυτοματισμού, αυτοματοποίησης, την αυτοματοποίηση
  • beschlagnagel στα ελληνικά - ιπποτροφείο, κουμπί, καρφί, stud, γενεαλογικό, γενεαλογικά, ορθοστάτη, ...
  • branntweinbrennerei στα ελληνικά - μπράντυ, κονιάκ, μπράντι, brandy, το κονιάκ
Τυχαίες λέξεις
Isolieren στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ιδιαίτερος, ξεχωριστός, μερίδιο, χωρίζω, διαιρώ, χωριστός, διχάζω, απομονώσουμε, απομονώσει, απομονώσουν, απομονώνουν, απομονώνει