Kombinieren στα ελληνικά
Μετάφραση: kombinieren, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κατατάσσομαι, συνενώνω, ενώνω, συνδέω, συνδυασμός, συνδυάζουν, συνδυάσετε, συνδυάσει, συνδυάζει
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- badegast στα ελληνικά - λουομένος, λουόμενος, λουόμενο, λουόμενου, ο λουόμενος
- besoldung στα ελληνικά - αποδοχές, απολαβές, πληρωμή, μισθός, πληρώνω, σχετικά με τις αποδοχές, σχετικά με τις αμοιβές, ...
- brotgetreide στα ελληνικά - ψωμί, ψωμιά, τα ψωμιά, ψωμάκια, ψωμιών
- champignons στα ελληνικά - Μανιτάρια, μανιταριών, Ασπρομανίταρα, την Champignons, Champignons
Τυχαίες λέξεις
Kombinieren στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κατατάσσομαι, συνενώνω, ενώνω, συνδέω, συνδυασμός, συνδυάζουν, συνδυάσετε, συνδυάσει, συνδυάζει
Μεταφράσεις: κατατάσσομαι, συνενώνω, ενώνω, συνδέω, συνδυασμός, συνδυάζουν, συνδυάσετε, συνδυάσει, συνδυάζει