Konservieren στα ελληνικά

Μετάφραση: konservieren, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μπορώ, κασσίτερος, κουτί, κονσέρβα, διατήρηση, τη διατήρηση, διαφύλαξη, διατηρήσουν, διατηρούν
Konservieren στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • ablegend στα ελληνικά - θέση, σε θέση, μπορούν, μπορεί, είναι σε θέση
  • aufgegabelt στα ελληνικά - σήκωσε, επιταχύνθηκε, πήρε, επιβιβάζονται, πάρει
  • chorhemd στα ελληνικά - λευκό ράσο, λευκά άμφια, λευκό άμφιο
Τυχαίες λέξεις
Konservieren στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μπορώ, κασσίτερος, κουτί, κονσέρβα, διατήρηση, τη διατήρηση, διαφύλαξη, διατηρήσουν, διατηρούν