Landeshoheit στα ελληνικά
Μετάφραση: landeshoheit, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κυριαρχία, εθνική κυριαρχία, την εθνική κυριαρχία, της εθνικής κυριαρχίας, εθνικής κυριαρχίας, η εθνική κυριαρχία
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- backen στα ελληνικά - μπαρ, εμποδίζω, κάγκελο, φράζω, ψήνω, Ψήστε, bake, ...
- befähigungen στα ελληνικά - ικανότητα να αναλάβει, την ικανότητα να αναλάβουν, ικανότητα να αναλάβουν, ικανότητα ανάληψης, σε θέση να αναλάβει
- bewohnte στα ελληνικά - κατοικείται, κατοικήθηκε, κατοικούνται, κατοικούνταν, κατοικηθεί
- bockbier στα ελληνικά - είδος δυνατής μπύρας
Τυχαίες λέξεις
Landeshoheit στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κυριαρχία, εθνική κυριαρχία, την εθνική κυριαρχία, της εθνικής κυριαρχίας, εθνικής κυριαρχίας, η εθνική κυριαρχία
Μεταφράσεις: κυριαρχία, εθνική κυριαρχία, την εθνική κυριαρχία, της εθνικής κυριαρχίας, εθνικής κυριαρχίας, η εθνική κυριαρχία