Lebensunterhalt στα ελληνικά

Μετάφραση: lebensunterhalt, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
απασχόληση, κρατώ, βοήθεια, υποστήριγμα, συμπαράσταση, στήριγμα, εξακολουθώ, κατακρατώ, βιοπορισμός, ζην, το ζην, διαβίωσης, προς το ζην
Lebensunterhalt στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • angemessene στα ελληνικά - κατάλληλα, ταιριαστά, επαρκής, επαρκή, επαρκείς, κατάλληλη, επαρκούς
  • besinnt στα ελληνικά - θυμάται, θυμηθεί, θυμάται ο, θυμάται την
  • bösewicht στα ελληνικά - φαύλος, κακοποιός, κακό, κακοποιό, κακός
  • deprivation στα ελληνικά - στέρηση, στέρησης, στερητική, στερήσεις, η στέρηση
Τυχαίες λέξεις
Lebensunterhalt στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: απασχόληση, κρατώ, βοήθεια, υποστήριγμα, συμπαράσταση, στήριγμα, εξακολουθώ, κατακρατώ, βιοπορισμός, ζην, το ζην, διαβίωσης, προς το ζην