Lehne στα ελληνικά
Μετάφραση: lehne, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
υποστηρίζω, όπλο, ξεκουράζομαι, χέρι, ενισχύω, υπόλοιπος, πλάτη, μπράτσο, ησυχασμός, πλάτης, ερεισίνωτο, της πλάτης, στήριγμα πλάτης, πλάτη του καθίσματος
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- akkumulation στα ελληνικά - συσσώρευση, συρροή, συσσώρευσης, τη συσσώρευση, συγκέντρωση, σώρευση
- albernheit στα ελληνικά - γελοιότητα, ανοησία, ανοησίας, βλακεία, της ανοησίας, την ανοησία
- autoritäten στα ελληνικά - δίαιτα, κυβέρνηση, καθεστώς, πολίτευμα, αρχές, Οι αρχές, αρχών, ...
- draisine στα ελληνικά - φορείο, φορεία, φορείου, τροχοφορέα, του φορείου
Τυχαίες λέξεις
Lehne στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: υποστηρίζω, όπλο, ξεκουράζομαι, χέρι, ενισχύω, υπόλοιπος, πλάτη, μπράτσο, ησυχασμός, πλάτης, ερεισίνωτο, της πλάτης, στήριγμα πλάτης, πλάτη του καθίσματος
Μεταφράσεις: υποστηρίζω, όπλο, ξεκουράζομαι, χέρι, ενισχύω, υπόλοιπος, πλάτη, μπράτσο, ησυχασμός, πλάτης, ερεισίνωτο, της πλάτης, στήριγμα πλάτης, πλάτη του καθίσματος