Möblierung στα ελληνικά

Μετάφραση: möblierung, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
έπιπλα, επίπλωση, επίπλωσης, εξοπλισμός της ιδιοκτησίας
Möblierung στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • behebt στα ελληνικά - διορθώσεις, επιδιορθώσεις, καθορίζει, διορθώνει, ενημερώσεις κώδικα
  • betrübend στα ελληνικά - οδυνηρός, θλιβερός
  • bezug στα ελληνικά - μισθός, αναφορά, αναγωγή, παραπομπή, αναφοράς, αναφοράς για, αναφοράς που
  • cellist στα ελληνικά - τσελίστας, βιολοντσελίστας, τσελίστα, βιολοντσελίστα, ο τσελίστας
Τυχαίες λέξεις
Möblierung στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: έπιπλα, επίπλωση, επίπλωσης, εξοπλισμός της ιδιοκτησίας