Passiv στα ελληνικά
Μετάφραση: passiv, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
παθητικός, παθητικά, παθητική, παθητικής, παθητικό
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- aufwärterin στα ελληνικά - επιστάτης, αεροδός, τροφοδότης, συνοδός, αεροσυνοδός
- bauteile στα ελληνικά - εξαρτήματα, συστατικά, συστατικών, εξαρτημάτων, συνιστώσες
- bedienbarkeit στα ελληνικά - λειτουργικότητα, λειτουργικότητας, διαλειτουργικότητας, διαλειτουργικότητα, τη λειτουργικότητα
- beruhigungsmittel στα ελληνικά - καταπραϋντικό, κατασταλτικό, ηρεμιστικό, κατασταλτική, καταπραϋντικές
Τυχαίες λέξεις
Passiv στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: παθητικός, παθητικά, παθητική, παθητικής, παθητικό
Μεταφράσεις: παθητικός, παθητικά, παθητική, παθητικής, παθητικό