Physisch στα ελληνικά

Μετάφραση: physisch, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
φυσικός, σωματικός, σωματικώς, φυσικώς, φυσικά, σωματικά, φυσική
Physisch στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • abblätternd στα ελληνικά - λεπιδωτός, φολιδωτός, φολιδωτό, φολιδωτές, φολιδωτά
  • beschwindelnd στα ελληνικά - εξαπάτηση, εξαπάτηση των, ξεγελώντας, την εξαπάτηση, εξαπατήσουν
  • bevorrechtigt στα ελληνικά - προνομιούχος, προνομιακή, προνομιούχο, προνομιακής, προνομιακό
Τυχαίες λέξεις
Physisch στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: φυσικός, σωματικός, σωματικώς, φυσικώς, φυσικά, σωματικά, φυσική