Pickel στα ελληνικά

Μετάφραση: pickel, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μαζεύω, σπυρί, κασμάς, μέρος, εντοπίζω, αυτοκόλλητο, συλλέγω, βούλα, σπυράκι, pimple, σπυρακιών, εξάνθημα
Pickel στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • angewandt στα ελληνικά - εφαρμοσμένη, εφαρμοσμένης, Applied, Εφαρμοσμένων, της εφαρμοσμένης
  • bergwerk στα ελληνικά - νάρκη, μεταλλείο, ορυχείο, ορυχείου, των ναρκών, η δική μου
  • blockhäuser στα ελληνικά - ξύλινα σπίτια, ξύλινες κατοικίες, ξύλινα σπιτάκια, σπίτια από κορμούς
Τυχαίες λέξεις
Pickel στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μαζεύω, σπυρί, κασμάς, μέρος, εντοπίζω, αυτοκόλλητο, συλλέγω, βούλα, σπυράκι, pimple, σπυρακιών, εξάνθημα