Pionier στα ελληνικά
Μετάφραση: pionier, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μηχανεύομαι, μηχανικός, καινοτομώ, πρωτοπόρος, προπορεύομαι, Pioneer, της Pioneer, πρωτοπόρο, η Pioneer
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- abtreibungsgegnerin στα ελληνικά - άμβλωση, έκτρωση, άμβλωσης, την άμβλωση, η άμβλωση
- altbewährt στα ελληνικά - αλήθεια και προσπάθησε, δοκιμασμένη και αληθινή, δοκιμασμένες και αληθινές, δοκιμασμένο και αληθινό, και προσπάθησε αλήθεια
- beendigen στα ελληνικά - τέλος, τελειώνω, σταματήσουν το κάπνισμα, κλείστε, κλείσετε, σταματήσουν, σταματήσουν το
- darstellbare στα ελληνικά - αντιπροσωπευτός, representable, αναπαραστήσιμης, αναπαρασταθεί, να αναπαρασταθεί
Τυχαίες λέξεις
Pionier στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μηχανεύομαι, μηχανικός, καινοτομώ, πρωτοπόρος, προπορεύομαι, Pioneer, της Pioneer, πρωτοπόρο, η Pioneer
Μεταφράσεις: μηχανεύομαι, μηχανικός, καινοτομώ, πρωτοπόρος, προπορεύομαι, Pioneer, της Pioneer, πρωτοπόρο, η Pioneer