Prüfen στα ελληνικά
Μετάφραση: prüfen, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εξετάζω, αναχαιτίζω, καρέ, ελέγχω, σταματώ, επιθεωρώ, ανακόπτω, εποπτεύω, βλέπω, έλεγχος, ελέγξετε, ελέγξτε, ελέγχει, ελέγξετε τη
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- ausströmend στα ελληνικά - λύματα, απόβλητα, λυμάτων, εκροής, υγρών εκροής
- bauchig στα ελληνικά - βολβώδης, βολβώδους, βολβώδη, βολβοειδές, βολβοειδή
- begierde στα ελληνικά - παροτρύνω, φαγούρα, προθυμία, επιθυμία, παρόρμηση, πόθος, παρακινώ, ...
- beigefügter στα ελληνικά - κλειστό, κλειστούς, περικλείεται, κλειστή, που περικλείεται
Τυχαίες λέξεις
Prüfen στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εξετάζω, αναχαιτίζω, καρέ, ελέγχω, σταματώ, επιθεωρώ, ανακόπτω, εποπτεύω, βλέπω, έλεγχος, ελέγξετε, ελέγξτε, ελέγχει, ελέγξετε τη
Μεταφράσεις: εξετάζω, αναχαιτίζω, καρέ, ελέγχω, σταματώ, επιθεωρώ, ανακόπτω, εποπτεύω, βλέπω, έλεγχος, ελέγξετε, ελέγξτε, ελέγχει, ελέγξετε τη