Prinzip στα ελληνικά

Μετάφραση: prinzip, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κανόνας, αποφασίζω, ιθύνω, αρχή, βασιλεύω, αρχής, αρχήν, αρχή της, καταρχήν
Prinzip στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • anwachsend στα ελληνικά - σωρευτικός, αθροιστικός, αυξανόμενη, αύξηση, αυξάνοντας, αύξηση της, την αύξηση
  • aufrichtung στα ελληνικά - ανέγερση, στύση, στύσης, ανέγερσης, της στύσης
  • beeilend στα ελληνικά - επίσπευση, επιταχύνοντας, ΕΠΙΣΠΕΥΣΗ, την επίσπευση, επίσπευσης
  • bergwerk στα ελληνικά - νάρκη, μεταλλείο, ορυχείο, ορυχείου, των ναρκών, η δική μου
Τυχαίες λέξεις
Prinzip στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κανόνας, αποφασίζω, ιθύνω, αρχή, βασιλεύω, αρχής, αρχήν, αρχή της, καταρχήν