Αρχή στα γερμανικά

Μετάφραση: αρχή, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
grundsatz, anfangen, beginnen, starten, quelle, ursprung, angriff, anbruch, prinzip, ursache, beginn, attacke, start, anfang, vorschrift, herkunft, Anfang, Beginn, beginnend, beginnt
Αρχή στα γερμανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αρχή

αρχή της δεδηλωμένης, αρχή της επαλληλίας, αρχή αναλογικότητας, αρχή της επικουρικότητας, αρχή καταπολέμησης της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες, αρχή λεξικό γλώσσας γερμανικά, αρχή στα γερμανικά

Μεταφράσεις

  • αρχάριος στα γερμανικά - anfange, gründer, begründer, anfänger, Anfänger, Neuling, Novize, ...
  • αρχέγονος στα γερμανικά - primitiv, stammfunktion, primitive, primitiven, primitiver, ursprünglichen
  • αρχίζω στα γερμανικά - beginn, start, auftakt, beginnen, starten, anfang, anfangen, ...
  • αρχαίος στα γερμανικά - archaisch, veraltet, altertümlich, alt, uralt, alten, alte, ...
Τυχαίες λέξεις
Αρχή στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: grundsatz, anfangen, beginnen, starten, quelle, ursprung, angriff, anbruch, prinzip, ursache, beginn, attacke, start, anfang, vorschrift, herkunft, Anfang, Beginn, beginnend, beginnt