Λέξη: μηνύω

Σχετικές λέξεις: μηνύω

μηνύω στα αγγλικα, μηνύω αρχικοι χρονοι

Συνώνυμα: μηνύω

ενάγω, κάνω αγωγή, παραγγέλλω, καπαρώνω, προδίδω, προπαραγγέλλω, αποκαλύπτω

Μεταφράσεις: μηνύω

μηνύω στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
sue, bespeak

μηνύω στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
demandar, bespeak, denotan, nos hablan, nos hablan de, apalabrar

μηνύω στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
verraten, bespeak, erkennen lassen

μηνύω στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
actionnons, actionnent, actionnez, accuser, soudaineté, bespeak

μηνύω στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
bespeak

μηνύω στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
evidenciar, pressagiar, dirigir a palavra a

μηνύω στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
bespeak

μηνύω στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
просить, заручаться

μηνύω στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
bønnfalle, bespeak

μηνύω στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
åtala, OMVITTNA, BESTÄLLA

μηνύω στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
olla merkki jstk, osoittaa jtk

μηνύω στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
bespeak

μηνύω στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
žalovat, objednat si

μηνύω στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
procesować, pozywać, błagać, oskarżyć, zaskarżyć, skarżyć, zaskarżać, zjednywać, pozwać, ircha, zamawiać, świadczyć

μηνύω στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
megrendel

μηνύω στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
ısmarlamak, istemek, rica etmek, ayırtmak, hitap etmek

μηνύω στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
просити, прохати, заручатися, заручатись

μηνύω στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
paralajmëroj, porosis, rezervoj, porosit, tregoj

μηνύω στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
означавам, поръчвам, ангажирам

μηνύω στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
заручыцца, заручацца

μηνύω στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
susan, hagema, tellima, Näitab jtk, Olla märk jstk, märk jstk

μηνύω στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
moliti, tužiti, poručiti, nagovjestiti, biti znak, ispoljiti, ugovoriti

μηνύω στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
bespeak

μηνύω στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
liudyti, Teirautis, Užsisakyti iš anksto, užsakyti iš anksto

μηνύω στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
liecināt, iepriekš pasūtīt

μηνύω στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
bespeak

μηνύω στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
reține, comanda haine, trăda

μηνύω στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
žalovat, Poručiti

μηνύω στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
objednať, objednat, Objednajte
Τυχαίες λέξεις