Publikum στα ελληνικά

Μετάφραση: publikum, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κοινός, ακροατήριο, κοινό, κοινού, το κοινό, ακροατηρίου
Publikum στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • abstinent στα ελληνικά - ξηρός, στεγνός, εγκρατής, αποχή, αποχής, απείχαν, σε αποχή
  • auftragsüberhang στα ελληνικά - προεξοχή, προεξοχής, πρόβολο, πρόβολος, προέκταση
  • bär στα ελληνικά - υποφέρω, γεννώ, φέρουν, να φέρουν, φέρει, να φέρει, φέρει τα
  • definitionen στα ελληνικά - ορισμοί, ορισμούς, ορισμών, τους ορισμούς, οι ορισμοί
Τυχαίες λέξεις
Publikum στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κοινός, ακροατήριο, κοινό, κοινού, το κοινό, ακροατηρίου