Rechtsunfähigkeit στα ελληνικά

Μετάφραση: rechtsunfähigkeit, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αναπηρία, ανικανότητα, αρκετά, πολύ, εντελώς, απολύτως, είναι αρκετά
Rechtsunfähigkeit στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • blaubeere στα ελληνικά - είδος βατόμουρου, μυρτιλός, Blueberry, βατόμουρου, βακκινίων
  • buchse στα ελληνικά - πρίζα, γρύλος, θάμνος, αδένας, θηλυκός, υποδοχή, Μπους, ...
  • bücherbord στα ελληνικά - ράφι, ζωής, ραφιού, στο ράφι, αποθήκευσης
  • dampfend στα ελληνικά - ατμό, στον ατμό, ατμοποίησης, μαγείρεμα στον ατμό, βράσιμο στον ατμό
Τυχαίες λέξεις
Rechtsunfähigkeit στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αναπηρία, ανικανότητα, αρκετά, πολύ, εντελώς, απολύτως, είναι αρκετά