Reihung στα ελληνικά
Μετάφραση: reihung, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αντιπαράθεση, αντιδιαστολή, παράθεση, κατάταξη, κατάταξης, ranking, την κατάταξη, κατάταξή
Μεταφράσεις
- achtel στα ελληνικά - όγδοος, όγδοο, όγδοη, όγδοου, όγδοης
- badegast στα ελληνικά - λουομένος, λουόμενος, λουόμενο, λουόμενου, ο λουόμενος
- benennt στα ελληνικά - ορίσει, ορίζουν, ορίζει, να ορίσει, ορίσουν
- despotismus στα ελληνικά - δεσποτισμός, δεσποτισμό, δεσποτισμού, το δεσποτισμό, δεσποτεία
Τυχαίες λέξεις
Reihung στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αντιπαράθεση, αντιδιαστολή, παράθεση, κατάταξη, κατάταξης, ranking, την κατάταξη, κατάταξή
Μεταφράσεις: αντιπαράθεση, αντιδιαστολή, παράθεση, κατάταξη, κατάταξης, ranking, την κατάταξη, κατάταξή