Reizbar στα ελληνικά
Μετάφραση: reizbar, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ευέξαπτος, οξύθυμος, πικρόχολος, ευερέθιστου, του ευερέθιστου, ευερέθιστος, ευερέθιστο
Μεταφράσεις
- absatze στα ελληνικά - φτέρνα, τακούνι, πτέρνα, Heel, πτέρνας
- aufstiege στα ελληνικά - αναβάσεις, αναρριχήσεις, ανεβαίνει, ανηφόρες, ανηφορίζει
- behalfen στα ελληνικά - έκανε να
Τυχαίες λέξεις
Reizbar στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ευέξαπτος, οξύθυμος, πικρόχολος, ευερέθιστου, του ευερέθιστου, ευερέθιστος, ευερέθιστο
Μεταφράσεις: ευέξαπτος, οξύθυμος, πικρόχολος, ευερέθιστου, του ευερέθιστου, ευερέθιστος, ευερέθιστο