Reservierung στα ελληνικά
Μετάφραση: reservierung, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
επιφύλαξη, κράτηση, κράτησης, κρατήσεων, της κράτησης
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- absichtliche στα ελληνικά - εσκεμμένα, επίτηδες, σκόπιμα, σκόπιμη, εσκεμμένη, σκόπιμης, εκούσιας, ...
- befallen στα ελληνικά - βασανιζόμενος, μολυσμένο, προσβεβλημένους, μολυσμένους, μολυσμένου, μολυσμένη
- bespritzt στα ελληνικά - πιτσιλίσει, splattered, πιτσιλίσει σε, πιτσιλιστεί, πιτσιλίσει το
- dekagramm στα ελληνικά - δέκα γραμμάρια
Τυχαίες λέξεις
Reservierung στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: επιφύλαξη, κράτηση, κράτησης, κρατήσεων, της κράτησης
Μεταφράσεις: επιφύλαξη, κράτηση, κράτησης, κρατήσεων, της κράτησης