Taschenklemme στα ελληνικά

Μετάφραση: taschenklemme, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
συνδετήρας, κουρεύω, ψαλιδίζω, πόρπη, τερματικό, τερματικού, ακροδέκτη, τερματική, τερματικών
Taschenklemme στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • adressierbarkeit στα ελληνικά - addressability, ανταπόκρισης της, δυνατότητα ανταπόκρισης, δυνατότητα ανταπόκρισης της, διευθυνσιοδότησης
  • befürwortung στα ελληνικά - βοήθεια, στήριγμα, υποστήριγμα, παραδοχή, υπεράσπιση, οπισθογράφηση, επιδοκιμασία, ...
  • begünstigter στα ελληνικά - δικαιούχος, δικαιούχο, δικαιούχου, δικαιούχων, δικαιούχους
Τυχαίες λέξεις
Taschenklemme στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: συνδετήρας, κουρεύω, ψαλιδίζω, πόρπη, τερματικό, τερματικού, ακροδέκτη, τερματική, τερματικών