Πόρπη στα γερμανικά

Μετάφραση: πόρπη, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
ausschnitt, clipschelle, hieb, haarschnitt, aufspannplatte, schur, taschenklemme, klemme, brosche, klammer, schelle, Schnalle, Schnallen, Schließe
Πόρπη στα γερμανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: πόρπη

πόρπη τι είναι, ασημένια πόρπη, πόρπη συνώνυμα, πόρπη πλαστική ιμάντα, πόρπη ροδόπης, πόρπη λεξικό γλώσσας γερμανικά, πόρπη στα γερμανικά

Μεταφράσεις

  • πόροι στα γερμανικά - bodenschatz, hilfsmittel, ressource, hilfsquelle, betriebsmittel, Ressourcen, Mittel, ...
  • πόρος στα γερμανικά - pore, Ressource, Ressourcen
  • πόρτα στα γερμανικά - tür, pforte, Tür, Tor, Türe
  • πόσιμος στα γερμανικά - trinkbar, Trinkwasser, Trink-, trinkbares
Τυχαίες λέξεις
Πόρπη στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: ausschnitt, clipschelle, hieb, haarschnitt, aufspannplatte, schur, taschenklemme, klemme, brosche, klammer, schelle, Schnalle, Schnallen, Schließe