Tat στα ελληνικά

Μετάφραση: tat, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
διάβημα, αξιοποιώ, αγωγή, προσπάθεια, δράση, πράξη, επενέργεια, δράσης, προσφυγή, ενέργεια, ενέργειες
Tat στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • akustik στα ελληνικά - ακουστικός, ακουστική, ηχητικός, ακουστικής, την ακουστική, ακουστική του, της ακουστικής
  • aufhellend στα ελληνικά - ευκρινέστερη, τόνωσης, Brightening, τόνωσης του, Λαμπρυντικών
  • beeinflussend στα ελληνικά - επηρεάζουν, που επηρεάζουν, επηρεάζει, που επηρεάζει, αφορούν
  • braunfäule στα ελληνικά - ερυσίβη, καπνιά, σήψη, blight, ερυσίβης
Τυχαίες λέξεις
Tat στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: διάβημα, αξιοποιώ, αγωγή, προσπάθεια, δράση, πράξη, επενέργεια, δράσης, προσφυγή, ενέργεια, ενέργειες